καταπίσω

καταπίσω
επίρρ.
1. εντελώς πίσω, πίσω πίσω
2. προς τα πίσω.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • καταπίσω — επίρρ. τοπ., ολωσδιόλου πίσω, πίσω πίσω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”